- κονσερβοποιείο
- τοεργοστάσιο κατασκευής κονσερβών.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
κονσερβοποιείο — το εργοστάσιο που κατασκευάζει κονσέρβες … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
σφαγείο — το / σφαγεῑον, ΝΑ, και σφαγειό Ν [σφαγή] νεοελλ. 1. (στον εν. και στον πληθ.) στεγασμένος χώρος στον οποίο σφάζονται και προετοιμάζονται κατάλληλα τα ζώα που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο 2. μτφ. α) ομαδική σφαγή ή, γενικά, εξόντωση … Dictionary of Greek